Ένα νέο σχήμα διάκρισης εισάγεται τώρα στη συζήτησή μας, αυτή τη φορά όχι σε επίπεδο μελέτης των οργανισμών υπό το πρίσμα της βιολογίας, αλλά ξεκινώντας από μια αφετηριακή βάση ηθικής υφής. Πρόκειται για τη διάκριση μεταξύ κυρίων και δούλων και συνακόλουθα για δύο διακριτούς τύπους ηθικής που αυτοί πρεσβεύουν. Από αυτές, η μεν πρώτη, η ηθική των κυρίων, στηρίζεται σε ένα ακλόνητο υπόβαθρο, στο χαρακτηρισμό των φορέων της ως «καλών» εξ ορισμού και στη χρονικά επόμενη απόδοση του τίτλου του «άσχημου» σε ό,τι βρίσκεται πέραν αυτής και ως εκ τούτου δεν φέρει τις ιδιότητες των κυρίων. Ο τρόπος συνολικής θεώρησης της ζωής από τη σκοπιά των κυρίων είναι θετικός και επιδιώκεται η επίτευξη πληρότητας Στον αντίποδα βρίσκεται η ηθική των δούλων, στην οποία συντελείται ο αυτοπροσδιορισμός των φορέων της μέσω της άρνησης της ηθικής των άλλων, των κυρίων, διατρανώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την υποτέλειά της σε κάτι αλλότριο, παρά τη θέλησή της για εναντίωσή της σε αυτό το ξένο. Η απαισιοδοξία ανάγεται σε στάσης ζωής και συνδυαζόμενη με την καχυποψία, καλλιεργεί το έδαφος για την κυριαρχία του παρασιτισμού εις βάρος των κυρίων.
Ποια είναι, όμως, τα ειδοποιά γνωρίσματα ενός κυρίου και ποια τα χαρακτηριστικά που συνδιαμορφώνουν το πορτραίτο ενός δούλου;
Αρχικά, οι δύο αυτοί αντίθετοι τύποι ηθικών προτύπων αποδίδουν διαφορετικό περιεχόμενο στον όρο «ευτυχία». Για το μεν κύριο, η ευτυχία συνδέεται με την ανάληψη δράσης και τη διοχέτευση ενέργειας, για το δε δούλο σημαίνει διακοπή της καταναγκαστικής δραστηριότητας, αποστασιοποίηση από την εξωτερικά επιβεβλημένη πραγματικότητα, απόσυρση από το πεδίο της δράσης και λύτρωση από τα δεσμά του αναπόφευκτου μόχθου.
Διαφορετική είναι και η στάση τους απέναντι στην ειλικρίνεια. Οι δούλοι τείνουν να συμπεριφέρονται ανέντιμα και ανειλικρινώς ακόμη και προς τον ίδιο τους τον εαυτό, τον οποίο δε διστάζουν να αποχαυνώσουν επικαλούμενοι μια κίβδηλη ευημερία. Έτσι, αναζητούν την επίπλαστη χαρά και τα κατασκευασμένα καταφύγια μακριά από την αλήθεια. Οι κύριοι προσδιορίζοντας την ταυτότητά τους με βάση τον ίδιο τους τον εαυτό, δεν έχουν κανένα λόγο να ομφαλοσκοπούν, αλλά με τρόπο άμεσο και ξεκάθαρο συνδιαλέγονται με το είναι τους.
Αλλά και ως προς την ευστροφία του νου, εντοπίζουμε συγκρουόμενες θεωρήσεις. Για τους δούλους αποκτά την έννοια της επινοητικότητας με σκοπό την εξεύρεση πλαγίων οδών που θα τους φέρουν πιο κοντά στο πολυπόθητο στόχο καταβάλλοντας τη λιγότερη δυνατή προσπάθεια. Οι κύριοι την εκλαμβάνουν ως καλλιέργεια του πνεύματος που οδηγεί σε ανώτερο επίπεδο ύπαρξης., χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αξιολογείται ως υπ’ αριθμόν ένα συνθήκη επιβίωσης..
Άκρως διαφορετικός είναι και ο χειρισμός της μνησικακίας μεταξύ κυρίων και δούλων. Οι κύριοι απωθούν οτιδήποτε τους προκάλεσε κακό, εκφράζοντας την δυσφορία τους με τρόπο άμεσο, αποτρέποντας την εσωτερίκευση μίσους που θα γεννήσει εκδικητικότητα, η οποία θα παραμένει σε λανθάνουσα μορφή, μέχρις ότου να εκδηλωθεί. Έχουν τη δύναμη να επινοούν τρόπους με τους οποίους θα απαλλαγούν από τα σημάδια του πόνου που τους προκάλεσαν άλλοι και να βγαίνουν από αυτές τις διαδικασίες νικητές και πιο ισχυροί, εφ’ όσον κατάφεραν να διατηρήσουν την «ομοιόστασή» τους, παρά τις αντίξοες εξωτερικές συνθήκες.
Οι δούλοι, από την άλλη μεριά, αποκαλύπτουν το μέγεθος της ηθικής τους ανεπάρκειας και αυτοδυναμίας, μη δυνάμενοι να απαλλαγούν από τα προβλήματα που τους φόρτωσαν εξωτερικές δυνάμεις και στρεφόμενοι με μίσος προς όλους όσοι δεν βρίσκονται στην ίδια δυσμενή θέση με αυτούς και ταυτιόμενοι με άλλους δύσμοιρους, η θέαση και μόνον των οποίων είναι αρκετή για να τους αναπτερώσει το ηθικό τους. Το τελευταίο απορρέει από την πάγια πρακτική τους να ορίζουν τον εαυτό τους συγκρίνοντάς τον με κάτι αλλότριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου