Επιδιώκοντας να διακρίνουμε τις τάσεις που επεκράτησαν στις παραστάσεις της αρχαίας τραγωδίας αναφορικά με τη χορογραφία, σύμφωνα με τη θεατρολόγο Αλεξία Παπακώστα θα πρέπει να αναφερθούμε αρχικά στην πρώτη περίοδο που εκτείνεται μέχρι και το 1975 και κατά την οποία τις παραστάσεις της Επιδαύρου μονοπωλεί το Εθνικό Θέατρο, και στη δεύτερη περίοδο μετά το 1975 οπότε κάνει την εμφάνισή του το Θέατρο Τέχνης, με πρωτεργάτη τον Κάρολο Κουν. Επίσης, χρήσιμη για την κατανόηση του θέματος είναι και η διαπίστωση ότι στις εν λόγω παραστάσεις παρατηρείται είτε το φαινόμενο της συνεχούς παρουσίας ορισμένων χορογράφων, οι οποίοι κατάφεραν να δώσουν το προσωπικό τους στίγμα, είτε της επιφόρτισης του ιδίου του σκηνοθέτη με την επιμέλεια της χορογραφίας.
Σύμφωνα με την άποψη του Δημητρίου Ροντήρη, όπως αυτή παρατίθεται στο λεύκωμα για τα 60 χρόνια του Εθνικού Θεάτρου, ο στόχος τον οποίο το 1949 επιθυμούσε να επιτύχει η αισθητική βάση των παραστάσεων της αρχαίας τραγωδίας ήταν να απαλλαγεί από την ιδιότητα του μουσειακού είδους, που θα συγκινούσε μόνο τους ειδικούς και να καταφέρει να αιχμαλωτίσει το ενδιαφέρον ενός ευρύτερου ακροατηρίου. Και ενώ η έννοια της πεμπτουσίας παραμένει στο προσκήνιο και κάθε προσπάθεια στρέφεται γύρω από τη μετάδοση στο σύγχρονο άνθρωπο του τραγικού ρίγους και του ιερού δέους, τα μέσα με τα οποία θα επιτευχθεί κάτι τέτοιο διαφοροποιούνταν. Εξάλλου, μεγάλο μέρος των στοιχείων του αρχαίου δράματος, όπως το μέλος, η όρχησις, η σκεύη, δεν κατάφεραν να διασωθούν επακριβώς αλλά οι γνώσεις μας για αυτά βασίζεται σε έμμεσες πηγές, ώστε να τίθεται θέμα παραποίησης και αυθαιρεσίας.
Όσον αφορά το Χορό, εισήχθη η αντίληψη της ομαδικής, ρυθμικής και μονοφωνικής απαγγελίας που ακολουθείται από μουσική, η οποία υπογραμμίζει απλώς το ρυθμό χωρίς να υφίσταται αυθύπαρκτα και αυτοτελώς. Οι ρυθμοί αυτοί διαφοροποιούνται βάσει των συναισθημάτων που καλούνται να εκφράσουν, πράγμα που συμβαίνει και με τις κινήσεις του χορού. Συγκεκριμένα, σε στιγμές λυρικής έξαρσης του κειμένου, παρακολουθούμε και τις κινήσεις του χορού να εντείνονται προκειμένου να διατηρήσουν τη δέουσα αρμονία μεταξύ κίνησης και λόγου, ενώ πέραν του ανθρώπινου στοιχείου έγινε προσπάθεια να δοθεί έμφαση και στον θρησκευτικό παράγοντα, τονίζοντας τον τελετουργικό χαρακτήρα των παραστάσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου