15 Μαρ 2010

Η Διαχρονικότητα του Παραδοσιακού Χορού

Ο Κώστας Τσιάνος στο πρόγραμμα της παράστασης «Ιφιγένεια εν Ταύροις» του Ευρυπίδη που ανέβηκε από το Θεσσαλικό θέατρο το 1990 υποστηρίζει ότι μπορούμε να αναφέρουμε πως υπάρχουν μέχρι και σήμερα λαϊκοί χοροί και δρώμενα που διατηρούν έντονα τον τελετουργικό και μαγικό θρησκευτικό τους χαρακτήρα. Η συναισθηματική συμπύκνωση, η συμμετρία, η λιτότητα, η αυστηρή καθαρή γραμμή είναι χαρακτηριστικά των λαϊκών μας χορών που βρίσκουν συγκλονιστική αντιστοιχία με τις αρχές τους αρχαίου δράματος.
Υπάρχουν γραπτές καταγραφές σε αρχαία κείμενα (Όμηρος, Πλούταρχος, Ξενοφών) και χορευτικές παραστάσεις σε αρχαία αγγεία και σε βυζαντινές τοιχογραφίες που μαρτυρούν τη σχέση και τη συνέχεια που μπορεί να έχουν οι παλιοί χοροί με τους τωρινούς. Σημερινοί χορευτές πολλές φορές φτάνουν στην έκσταση και ταυτόχρονα με κινήσεις πειθαρχημένες, λιτές, ολοκληρωμένες, καθαρμένες από το χρόνο υπακούν σε ένα προκαθορισμένο τελετουργικό.

Ένα απλό τίναγμα του χεριού και ένα αργόσυρτο κυκλικό πάτημα του ποδιού στη γη έχουν τόση δύναμη που ο χορός γίνεται ένας υπερβατικός κινησιακός διαλογισμός. Ο αρχετυπικός χαρακτήρας πολλών λαϊκών μας χορών βοηθά να αισθανθούμε πως η χρυσή κλωστή τους χάνεται σε πανάρχαιους χρόνους. Ομαδικοί χοροί και δρώμενα μεγάλων χριστιανικών εορτών που αντιστοιχούν σε αρχαίες τελετουργίες μας συνταράσσουν και ίσως μας φέρνουν κοντά σε διονυσιακές λατρείες.

Θέλοντας, τέλος, να εντάξουμε αυτή την άποψη περί σκηνοθεσίας και χορογραφίας των αρχαίων τραγωδιών σε ένα ευρύτερο καλλιτεχνικό πλαίσιο, θα πρέπει να κάνουμε λόγο για το Μοντερνιστικό Ποπουλισμό ή Λαϊκισμό. Πρόκειται για κίνημα που γνώρισε ιδιαίτερη απήχηση σε Ρωσία, Γερμανία, αλλά και στη χώρα μας με κυριότερους εκπροσώπους και εκφραστές του στην Ελλάδα την ηθοποιό και διεθνούς εμβέλειας προσωπικότητα  Μελίνα Μερκούρη, τον μεγάλο σκηνοθέτη Κάρολο Κουν, τον θεατρικό συγγραφέα Ιάκωβο Καμπανέλλη και το συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Στον πυρήνα αυτής της κίνησης βρίσκεται η στροφή προς τα ανεξάντλητα κοιτάσματα της λαϊκής παράδοσης που κατάφεραν να επιβιώσουν σε πολύ δύσκολες εποχές και να λειτουργήσουν ως θεματοφύλακες της ταυτότητας του έθνους και η διάθεση τα τελευταία να ιδωθούν υπό το πρίσμα των νέων δεδομένων που χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη πραγματικότητα, ώστε να οικοδομηθεί μια γόνιμη διαλογική σχέση μεταξύ παραδοτέου και μοντέρνου. Αυτό που κατά κανόνα επιδιώκεται είναι η αποφυγή του φολκλορισμού και της μουσειακής αναπαράστασης, όπως επίσης και η βάναυση αντιμετώπιση μνημείων και πολιτισμικών επιτευγμάτων μιας άλλης εποχής. Οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές, με αποτέλεσμα και η κριτική να διχάζεται, άλλοτε επικροτώντας και άλλοτε στηλιτεύοντας καλλιτεχνικές προτάσεις, ανάλογα με τις αισθητικές προτιμήσεις της.

Εξάλλου, στην εποχή της μετανεωτερικότητας που εγκαινιάζεται τη δεκαετία του ’70, έρχεται στο προσκήνιο η λαϊκή παράδοση διαφόρων περιοχών του πλανήτη, επηρεάζοντας τα καλλιτεχνικά δρώμενα παγκοσμίως. Γίνεται πλέον λόγος περί «πολυ-πολιτισμού», στα πλαίσια του οποίου ανασύρονται ποικίλοι και ιδιαίτεροι πολιτισμοί και οι οποίοι λειτουργούν ως πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες της Δύσης. Είναι, επομένως, δικαιολογημένη η στροφή με ουσιαστικότερο επιστημονικό και καλλιτεχνικό ενδιαφέρον προς τους θησαυρούς της λαϊκής μας κληρονομιάς.

Ταυτόχρονα, την ίδια περίοδο η χώρα μας έχει ακόμη έκδηλα τα σημάδια της Δικτατορίας του ’67, τα οποία προσπαθεί μετά κόπων να επουλώσει. Η σύνδεση που προσπάθησε να επιτύχουν οι εκφραστές της με την ελληνική παράδοση είχε ως αποτέλεσμα να αναπτυχθεί μια εχθρική στάση κυρίως από τους νέους απέναντι σε ό,τι τη θύμιζε και κατ’ επέκταση προβαλλόταν ως χρηστό από την τότε καθεστηκυία τάξη. Χρειάστηκε να μεσολαβήσει ένα σεβαστό χρονικό διάστημα ώστε η ελληνική κοινωνία μακριά από φανατισμούς, ακραίες αποκηρύξεις και βαρύγδουπες δηλώσεις, να επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με τις βαθύτερες ρίζες της που τόσο βάναυσα κάποιοι μεταχειρίστηκαν για τους σκοπούς της προπαγάνδας. Ενδεχομένως, το γεγονός αυτό να εξηγεί και τη στάση ορισμένων κριτικών που ανδρώθηκαν σε εκείνες τις εποχές και οι οποίοι αντιμετωπίζουν έστω και υποσυνείδητα με επιφυλάξεις την αξιοποίηση παραδοσιακών στοιχείων σε παραστάσεις αρχαίου δράματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου