Η λευκή βίβλος του ICMA Governmental Affairs and Policy Committee Του Carl W. Stenberg, καθηγητή δημόσιας διοίκησης και διακυβέρνησης του School of Government, University of North Carolina
Το άρθρο αυτό βασίζεται στην υπόθεση ότι οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες που εξακολουθούν να υφίστανται τελικά θα αναγκάσουν αυτοδιοικητικά στελέχη και αιρετούς να υιοθετήσουν στρατηγικές για την παροχή υπηρεσιών και την εξισορρόπηση των προύπολογισμών που θα υπερβαίνουν τη λογική του «όπως κάναμε πάντα» που εφαρμοζόταν στη διάρκεια παρελθουσών κρίσεων.
Παρότι αρχικά αναμένεται να γίνουν συντηρητικές κινήσεις, όπως προκύπτει από προηγούμενες έρευνες, οι διαρκείς οικονομικές προκλήσεις θα απαιτήσουν σταδιακά τολμηρότερες ενέργειες. Ο αντίκτυπος των επιδεινούμενων οικονομικών συνθηκών, αναμένεται επίσης να διαφέρει από κράτος σε κράτος. Ενώ οι περιοχές με διευρυμένες αρμοδιότητες ως προς την παροχή υπηρεσιών, πολυπληθές ανθρώπινο δυναμικό και ανελαστικές φορολογικές βάσεις ενδέχεται ήδη να βρίσκονται αντιμέτωπες με νέες συνθήκες εργασίας και πολύ νωρίτερα από άλλες πόλεις και χώρες, με την πάροδο του χρόνου οι συνέπειες αναμένεται να διαδοθούν παντού.
Η επισκόπηση 246 περιπτώσεων που καταγράφηκαν στα ενημερωτικά δελτία του ICMA την περίοδο 15/4/2009 – 15/04/2011, ανέδειξε τρία βασικά πρότυπα αντίδρασης της τοπικής αυτοδιοίκησης στην παρατηρούμενη ύφεση:
Η πλειοψηφία των προτάσεων και των δράσεων πόλεων και χωρών αφορούσε στη μείωση των δαπανών και όχι την αύξηση των εσόδων. Υπήρξαν περιπτώσεις διοκήσεων που προχώρησαν σε αύξηση αντιτίμων για την παροχή υπηρεσιών όπως η αποκομιδή των απορριμμάτων, ο δημοτικός φωτισμός, η πρόσβαση στις βιβλιοθήκες, και οι πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες. Η αύξηση των φόρων κατανάλωσης επιχειρήθηκε επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις. Στις περισσότερες όμως κοινότητες τα στελέχη και οι αιρετοί δεν τάχθηκαν υπέρ της πρότασης και υποστήριξης πρωτοβουλιών για την αύξηση των εσόδων. Το ενδιαφέρον εστιάσθηκε κατά κώρον στη μείωση προσωπικού και τον περιορισμό των παρεχόμενων υπηρεσιών, σύμφωνα με τις πρωτοβουλίες, τη ζήτηση και τους διαθέσιμους πόρους.
Από τις τέσσερις περιοχές όπου εφαρμόσθηκαν στρατηγικές επαναπροσδιορισμού (προσωπικό, υπηρεσίες και τα προγράμματα, συνεργασίες για την παροχή υπηρεσιών και ανασχεδιασμός), οι περισσότερες προτάσεις και ενέργειες αφορούσαν στο προσωπικό. Η έμφαση αυτή είναι αναμενόμενη δεδομένου ότι μεγάλο ποσοστό των τοπικών προϋπολογισμών αφορούν μισθούς, επιδόματα και αποζημιώσεις. Ενδεχομένως το ενδιαφέρον των πολιτών για την αριθμητική αύξηση των εργαζομένων στην τοπική αυτοδιοίκηση και τα συνεπαγόμενα κόστη, σε συνδυασμό με την φημολογία που συντηρούν και προωθούν τα ΜΜΕ περί παχυλών αμοιβών, προνομιακών όρων απασχόλησης, υπερπληθώρας εργαζομένων, και σκληροπυρηνικών εργατικών σωματείων, συμβάλλουν σε αυτή την τάση. Οι αιρετοί και το προσωπικό επαναπροσδιορίζουν τον πυρήνα των δημοτικών υπηρεσιών και επιδεικνύουν την τάση να βάζουν στο μικροσκόπιο τμήματα και λειτουργίες που μέχρι πρότινος θεωρούνταν θέσφατα. Ταυτόχρονα, συνεχίζουν να είναι επιφυλακτικοί ως προς τη σύναψη συνεργασιών με άλλους φορείς και παρόχους υπηρεσιών ή την εδραίωση λειτουργιών ή διοικητικών ενοτήτων, με παρεμφερείς φορείς προκειμένου να επιτύχουν μεγαλύτερες οικονομίες κλίμακας, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα και δικαιοσύνη, αλλά και να περιορίσουν το μέγεθος και τα κόστη της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Η δριμύτητα και οι επιπτώσεις του νέων συνθηκών εργασίας διαφέρουν σημαντικά από φορέα σε φορέα. Με ορισμένες εξαιρέσεις, το πλήθος και η τολμηρότητα των στρατηγικών που περιέλαβαν τα ενημερωτικά δελτία του ICMA, συσχετίζονται με την οικονομική ευρωστία των κρατών τους. Οι πόλεις και τα κράτη μόλις αρχίζουν να σκέφτονται στρατηγικές για την αναδιαμόρφωσή τους. Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, οι πολιτικοί κίνδυνοι που ενέχει η υλοποίηση τολμηρών ενεργειών όπως η κατάργηση υπηρεσιών, οι διευρυμένες συνεργασίες μεταξύ φορέων και τομέων και η αναδιανομή αρμοδιοτήτων, φαίνονται να υπερτερούν σε σχέση με τις αντιλαμβανόμενα οφειλές. Είναι πιθανό λόγω της περιστολής των κρατικών προϋπολογισμών, πολλά στελέχη και αιρετοί να χρειστούν να «σκεφθούν το αδιανόητο» σε σχέση με τις στρατηγικές που σχετίζονται με τις προτεραιότητες της παροχής υπηρεσιών και τη διοικητική διάρθρωση.
Συμπεράσματα
Η επισκόπηση των τοπικών αντιδράσεων στη μεγάλη ύφεση του 2000 υποδεικνύει ότι από το 2009 έως το 2011, οι πόλεις και οι χώρες άρχισαν να αναπτύσσουν στρατηγικές για την αντιμετώπιση της κρίσης. Εύλογα, οι σχετικά εύκολες μειώσεις πραγματοποιήθηκαν νωρίτερα, και οι δυσκολότερες επιλογές τίθενται τώρα επί τάπητος. Μέχρι στιγμής, οι περισσότερες αντιδράσεις θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν συντηρητικές και οριακές, παρά τμήματα τολμηρών, καινοτομικών και ολοκληρωμένων προσεγγίσεων. Ακόμη και οι κοινότητες σε οικονομικά ασθενή κράτη επικεντρώθηκαν σε λύσεις σχετικά χαμηλού κόστους, είτε επειδή απέφυγαν να αυξήσουν τα έσοδα ή δεν είχαν τη θέληση να προβούν σε θεμελιώδεις αλλαγές σε τοπικές λειτουργίες, σχέσεις και δομές.
Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, παρόλα αυτά, δεν προκύπτει ότι η μεγάλη ύφεση έχει εκ θεμελίων διαφοροποιήσει το σκοπό, την ποιότητα, ή την παροχή υπηρεσιών σε πολλές περιπτώσεις, ούτε έχει μεταβάλει το θεσμικό και διοικητικό πλαίσιο.
Τα στελέχη και οι αιρετοί εργάζονται σκληρά και συχνά επιτυγχάνουν να προσαρμοσθούν στις νέες συνθήκες. Τρία είναι τα βήματα που θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν προς αυτή την κατεύθυνση:
Αξιοποιήση εναλλακτικών εργαλείων (ενδυνάμωση άτυπων δικτύων επικοινωνίας μεταξύ αιρετών και στελεχών σε όμορους δήμους, επέκταση των παρεχόμενων υπηρεσιών μέσω διαδημοτικών συνεργασιών, νάθεση σε υφιστάμενα όργανα της μελέτης δυνητικών μεθόδων μείωσης δαπανών και διαπραγματεύσεων, ανάθεση υπηρεσιών σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ή ιδιώτες)
Μεταφορά και ενοποίηση λειτουργιών από τους οικονομικά ασθενείς δήμους
Αναθεώρηση των σχέσεων μεταξύ τοπικής αυτοδιοίκησης και κεντρικής εξουσίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου